ΤΟΥ ΣΑΒΒΑ Ν. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Υπερήλικα ή αξιόπλα πλοία;
Η ανησυχία των Ναυπηγών για τα μέτρα που προωθεί η
της κυβέρνηση για τα πλοία ηλικίας άνω των 30 ετών
Μόνο την περασμένη εβδομάδα ακινητοποιήθηκαν τα περισσότερα πλοία
ανεφοδιασμού καυσίμων όχι μόνο στο λιμάνι του Πειραιά αλλά και σε όλη
την Ελλάδα. Ο λόγος είναι ότι οι αυστηροί έλεγχοι που ακολούθησαν από
την Επιθεώρηση Πλοίων του υπουργείου Ναυτιλίας “στρίμωξαν” τις
ναυτιλιακές εταιρίες ακόμα και με την ελάχιστη αφορμή και έλλειψη
πιστοποιητικών, όπως της καταμέτρησης του πλοίου κατά την ελληνική
νομοθεσία. Μάλιστα ακινητοποιήθηκαν πλοία που είχαν πιστοποιητικό
καταμέτρησης με τα διεθνή πρότυπα! Το αποτέλεσμα αυτό ήταν περί τα 40
πλοία αυτή τη στιγμή να είναι εκτός λειτουργίας. Οι συνεχείς συσκέψεις
που γίνονται από τις υπηρεσίες του υπουργείου Ναυτιλίας με τους
Νηογνώμονες, με τις εφοπλιστικές ενώσεις και όλους τους εμπλεκόμενους
θα φέρει σίγουρα νέα μέτρα που θα αφοστούν στην αξιοπλοία των πλοίων
και κυρίως στο όρια απόσυρσης των δεξαμενοπλοίων αλλά και των άλλων
πλοίων. Οι Ναυπηγοί “κρούουν τον κώδωνα” του κινδύνου για τις
αρνητικές εξελίξεις που προμηνύονται. Μάλιστα, με επιστολή, που
υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Συλλόγου Διπλωματούχων Ναυπηγών
Μηχανικών Ελλάδος, Α. Μανίδη και τον Γενικό Γραμματέα του Συλλόγου, Δ.
Παππά, η οποία απεστάλη προς τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, τη
Βουλή των Ελλήνων, το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, το
Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος, την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία, την
Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών, την HELMEPA και προς άλλους πολλούς φορείς,
ο Σύλλογος Διπλωματούχων Ναυπηγών Μηχανικών Ελλάδος, επισημαίνει ότι
“με αφορμή τη βύθιση του Δ/Ξ «ΑΓΙΑ ΖΩΝΗ ΙΙ» με τις γνωστές τραγικές
συνέπειες για το περιβάλλον και την οικονομία της ευρύτερης περιοχής
του Σαρωνικού κόλπου, ο Σύλλογός μας, ως κατ’ εξοχήν αρμόδιος
επιστημονικός φορέας επί ζητημάτων που, μεταξύ άλλων, άπτονται του
σχεδιασμού και της κατασκευής των πλοίων, του εξοπλισμού και των
συστημάτων τους, οφείλει να ενημερώνει την Πολιτεία και τους πολίτες,
επί των τεχνικών θεμάτων που αφορούν στο εν λόγω ναυτικό συμβάν με
τρόπο υπεύθυνο, σοβαρό και τεκμηριωμένο” και ουσιαστικά ζητεί “να μην
ληφθούν μέτρα εν θερμώ, αλλά με τεκμηρίωση”.
Αναλυτικότερα, οι Ναυπηγοί υπογραμμίζουν ότι “σχετικά με τον ορισμό
της αξιοπλοΐας ενός πλοίου, ένα πλοίο θεωρείται αξιόπλοο, σε ότι αφορά
την κατασκευή και τον εξοπλισμό του, όταν συμμορφώνεται πλήρως με τις
εφαρμοστέες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας (διεθνής, ευρωπαϊκή,
εθνική) και όταν στελεχώνεται, συντηρείται και λειτουργεί σύμφωνα με
αυτές, ενώ η ευθύνη συμμόρφωσής του με τις διατάξεις αυτές αποτελεί
αποκλειστική και διαρκή υποχρέωση, καθ’ όλο το χρόνο λειτουργίας του,
τόσο του πλοιάρχου (και αναλόγως των επί μέρους κατανεμημένων ευθυνών,
και του πληρώματος) όσο και της διαχειρίστριας εταιρείας”.
Εξάλλου, σε ότι αφορά στην ηλικία ενός πλοίου, οι Ναυπηγοί
επισημαίνουν ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί μονοσήμαντα πως με την αύξησή
της ελαττώνεται οπωσδήποτε το επίπεδο ασφαλείας του, καθώς η φυσική
φθορά του χρόνου μπορεί να αντισταθμίζεται από τη συστηματική και
σωστή συντήρησή του. Σημειώνεται επίσης ότι δεν υπάρχουν διατάξεις
στην κείμενη διεθνή, ευρωπαϊκή ή εθνική νομοθεσία που να υποχρεώνουν
την απόσυρση πλοίων, όπως το «Αγία Ζώνη ΙΙ», λόγω ηλικίας, υπό την
προϋπόθεση ότι αυτά εξακολουθούν να συμμορφώνονται με τις εφαρμοστέες
διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για τον τύπο τους και για τους πλόες
που εκτελούν. Στην περίπτωση, δε, των δεξαμενόπλοιων μεταφορικής
ικανότητας μεταξύ 600 και 5000 τόννων DWT, υπάρχει η υποχρέωση από τη
νομοθεσία αυτά να είναι διπλού κύτους (double hull) εφόσον μεταφέρουν
βαρέα κλάσματα πετρελαίου.
Συνοψίζοντας οι Ναυπηγοί τα κυριότερα σημεία της ανάλυσής τους τονίζουν:
· Παρότι η ύπαρξη των προβλεπόμενων εν ισχύ πιστοποιητικών αξιοπλοΐας,
μπορεί να αποτελεί ικανή συνθήκη για την αξιοπλοΐα των πλοίων, εν
τούτοις, η σημαντικότερη και απολύτως αναγκαία συνθήκη ώστε αυτά να
εξακολουθούν να είναι ασφαλή και ουσιαστικά αξιόπλοα είναι η διαρκής
εξασφάλιση και διατήρηση, με ευθύνη των χρηστών τους (όπως ο πλοίαρχος
και ο πλοιοκτήτης), της συμμόρφωσής τους με τις εφαρμοστέες διατάξεις
της κείμενης νομοθεσίας.
· Το καθεστώς χορήγησης παρατάσεων στα πιστοποιητικά αξιοπλοΐας
προβλέπεται από διεθνείς συμβάσεις και αποτελεί κοινή διεθνή πρακτική
για τα ποντοπόρα πλοία, και εφαρμόζεται αποτελεσματικά εδώ και
δεκαετίες, προκειμένου να αντιμετωπίζονται πρακτικά ζητήματα
λειτουργίας των πλοίων χωρίς αυτό να θεωρείται ότι μειώνει το επίπεδο
ασφαλείας τους. Η εθνική μας νομοθεσία παρέχει ισοδύναμο, αν όχι
αυστηρότερο, θεσμικό πλαίσιο, σε σχέση με το διεθνές, αναφορικά με το
καθεστώς επιθεώρησης, πιστοποίησης και παροχής παρατάσεων σε πλοία που
εκτελούν πλόες εσωτερικού, όπως η περίπτωση του Δ/Ξ «Αγία Ζώνη ΙΙ».
· Δεν προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία, σε διεθνές, ευρωπαϊκό και
εθνικό επίπεδο σχετική διάταξη απόσυρσης πλοίων, συμπεριλαμβανομένων
πλοίων όπως το Δ/Ξ «Αγία Ζώνη ΙΙ», εφόσον αυτά εξακολουθούν να
συντηρούνται και διατηρούνται σε ικανοποιητική κατάσταση συμμορφούμενα
με τις εφαρμοστέες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, αναφορικά με τη
ναυτική ασφάλεια και την πρόληψη ρύπανσης.
· Παρότι οι συνθήκες του ναυαγίου του Δ/Ξ «Αγία Ζώνη ΙΙ» παραμένουν
αδιευκρίνιστες και αποτελούν αντικείμενο της εν εξελίξει διερεύνησης,
εν τούτοις η βύθιση ενός πλοίου αγκυροβολημένου σε σχετικά
προστατευμένη περιοχή και υπό καλές καιρικές συνθήκες είναι γεγονός
ασυνήθιστο. Επίσης, γενικά ασυνήθιστη θεωρείται και η έκταση των
συνεπειών από τη ρύπανση που μπορεί να προκληθεί από τη βύθιση ενός
σχετικά μικρού δεξαμενόπλοιου διπλού κύτους, εφόσον αυτή δεν οφείλεται
σε σύγκρουση ή προσάραξη.
· Στατιστικά, οι σημαντικότεροι παράγοντες, με ποσοστό που προσεγγίζει
αθροιστικά το 90%, πρόκλησης ναυτικών ατυχημάτων, αφορούν πρωτίστως
στον ανθρώπινο παράγοντα (ενέργειες πληρώματος και διαχειριστών
πλοίων) και δευτερευόντως στη συντήρηση του εξοπλισμού των πλοίων, ενώ
η αντίστοιχη υπαιτιότητα των ελεγκτών εφαρμογής του ρυθμιστικού
πλαισίου (όπως οι φορείς και τα πρόσωπα επιθεώρησης των πλοίων)
καταγράφεται ως αμελητέα.
· Το κύρος, η τεχνογνωσία και η αξιοπιστία των Υπηρεσιών της ελληνικής
δημόσιας αρχής ελέγχου πλοίων υπό ελληνική σημαία (όπως ο Κλάδος
Ελέγχου Πλοίων) και των στελεχών τους είναι ευρέως αναγνωρισμένα και
αποδεκτά, ενώ τεκμηριώνονται και από το υψηλότατο επίπεδο ασφάλειας
των πλοίων υπό ελληνική σημαία, όπως αυτό αξιολογείται και
καταγράφεται διεθνώς.
Σε αυτό το πλαίσιο,καταλήγουν οι Ναυπηγοί, οι τυχόν σχετικές αποφάσεις
και μέτρα που ενδεχομένως θα ληφθούν από την Πολιτεία δεν πρέπει να
αποτελούν συγκυριακή εν θερμώ αντίδραση στις όποιες θεμιτές και
αθέμιτες πιέσεις, αλλά να είναι προϊόν εμπεριστατωμένης τεκμηρίωσης,
επιστημονικής ανάλυσης και προσεκτικού σχεδιασμού και ακόμη να
συνάδουν με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή και διεθνή νομοθεσία και
πρακτικές.